του Αποστόλη Τσιάμη (προδημοσίευση από ΕΝΔΟΧΩΡΑ)
Μετά από τρεις δεκαετίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις τεράστιες εισροές επιδοτήσεων στον γεωργικό τομέα, η γεωργία της χώρας μας δείχνει να βρίσκεται σε πορεία μεγάλης ύφεσης. Μια ακμαία γεωργική εξαγωγική χώρα όπως ήταν η Ελλάδα της δεκαετίας του 1980, έχει μετατραπεί πλέον σε χώρα που εισάγει τα περισσότερα γεωργικά προϊόντα που καταναλώνει.
Οι επιδοτήσεις και η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντίθετα από αυτό που περίμεναν πολλοί αγρότες, προκάλεσαν αυτήν την κατάσταση. Αυτό συνέβη γιατί η ελληνική γεωργία μπήκε σε ένα διεθνή ανταγωνισμό στον οποίο δεν μπορούσε να επιβιώσει, ενώ ταυτόχρονα αποδέσμευσε τους αγρότες από την παραγωγική διαδικασία και τους μετέτρεψε σε δικαιούχους οικονομικών ενισχύσεων με βάση παραγωγικά στοιχεία του 1999-2001 .
Οι ανεπτυγμένες βόρειες χώρες της Ευρωπαϊκής ένωσης από την αρχή προστάτευσαν τον δικό τους κτηνοτροφικό τομέα και μεγάλωσαν τις επιχειρήσεις τους πουλώντας με την βοήθεια των επιδοτήσεων μηχανήματα, λιπάσματα και γεωργικά φάρμακα στους αγρότες εντός της Ευρωπαϊκής ένωσης. Στην συνέχεια αναζήτησαν νέες αγορές σε Αφρική, Ασία, Ν. Αμερική. Οι συμφωνίες αυτές μαζί με τις εξαγωγές έφεραν και εισαγωγές γεωργικών προϊόντων από τις χώρες αυτές.
Οι Έλληνες αγρότες, εκτός από τα κτηνοτροφικά προϊόντα που εισάγονται από τις χώρες της ΕΕ σε ποσοστό 70%, έπρεπε πλέον να ανταγωνιστούν την πατάτα Αιγύπτου, την τομάτα Τουρκίας, τα λεμόνια από την Αργεντινή κλπ , μιας και εκεί πουλούσαν πλέον οι βιομήχανοι της Ε.Ε. τα τρακτέρ, τα φάρμακα και τα λιπάσματά τους.
Η γεωργική παραγωγή της χώρας μας δεν άντεξε στους κανόνες του ανταγωνισμού που επέβαλε η Ε.Ε., όπως δεν άντεξαν παλιότερα η ΕΣΚΙΜΟ , η ΙΖΟΛΑ και η ΕΛΚΟ τον ανταγωνισμό με την Siemens, την Bosh, την Miele κλπ..
Αυτές τις μέρες, αρχές του 2012, με καθυστέρηση αρκετών χρόνων ξεκινούν τα γεωργοπεριβαλλοντικά προγράμματα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων της περιόδου 2007-2013.
Τα χρήματα πλέον είναι πολύ λίγα και ίσα-ίσα φτάνουν για ένταξη ελάχιστων δικαιούχων στην πενταετία. Για να ενταχθεί κάποιος έχουν τεθεί πλέον εισοδηματικά κριτήρια σε σχέση με την γεωργία, κριτήρια μεγέθους χωραφιών και μεγέθους γεωργικής εκμετάλλευσης. Μέσα στην κρίση η γεωργία αφήνεται χωρίς επιδοτήσεις στον διεθνή ανταγωνισμό
Μια μερίδα νέων ανθρώπων με φόντο την ανέχεια και την ανεργία στα αστικά κέντρα, αρχίζει να ξαναβλέπει με διαφορετικό μάτι την γεωργική παραγωγή. Τα χωράφια και το σπίτι στην επαρχία αρχίζουν να φαίνονται σαν καλύτερη προοπτική από την κατάσταση που επικρατεί στις πόλεις. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια νέοι άνθρωποι μορφωμένοι ξαναγυρίζουν στην γεωργία. Ποιος θα ήταν άραγε ο καλύτερος τρόπος για να προχωρήσουν;
Τα γεωργοπεριβαλλοντικά προγράμματα αυτής της περιόδου από μόνα τους δεν φτάνουν, χρειάζεται η επιπλέον ενίσχυση της πολιτείας.
Χρειάζεται η Περιφέρεια να προσφέρει σε υπηρεσίες, στην πιστοποίηση και τις χημικές αναλύσεις, μειώνοντας τα έξοδα για τους βιοκαλλιεργητές και στηρίζοντας την εμπορία των προϊόντων.
Η βιολογική κτηνοτροφία δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς την διάθεση του προϊόντος. Με τις σημερινές συνθήκες απαιτείται τεμαχισμός και μικροσυσκευασία στο βιολογικό κρέας μιας και υπάρχουν ελάχιστα βιολογικά κρεοπωλεία για να πουληθεί αυτό ασυσκεύαστο. Δεν υπάρχουν όμως οι υποδομές αυτές και έτσι καταλήγει να πουλιέται από τον παραγωγό στον έμπορο σαν συμβατικό προϊόν, χωρίς να δίνεται η δυνατότητα να εξασφαλιστεί ούτε η τιμή ούτε η διάθεση του προϊόντος. Χωρίς την λειτουργία σύγχρονων δημόσιων σφαγείων και καθετοποιημένων μονάδων και αυτός ο κλάδος θα χαθεί όταν τελειώσουν οι χρηματοδοτήσεις.
Με τον ίδιο τρόπο όταν τελειώσει το πρόγραμμα προστασίας από την νιτρορύπανση, θα σταματήσει η αμειψισπορά και οι παραγωγοί θα κατευθυνθούν στους τρόπους καλλιέργειας που θα απαιτεί τότε η αγορά.
Επίσης η προστασία του Παραδοσιακού Ελαιώνα της Άμφισσας δεν θα μπορέσει να συνεχιστεί χωρίς να γίνουν επισκέψιμες τουριστικές διαδρομές στον Ελαιώνα και χωρίς πώληση εκεί των ποιοτικών προϊόντων. Με τον ίδιο τρόπο το αλογάκι της Σκύρου, και τα άλογα της Πίνδου δεν αρκεί να επιδοτηθούν για ακόμα δύο χρόνια, χρειάζεται να δεθούν με την πολιτισμική και τουριστική ανάπτυξη της περιοχής γιατί αν αυτό δεν γίνει, όταν τελειώσουν τα προγράμματα, θα τελειώσουν και αυτά τα ζώα.
Ζούμε σε μία περίοδο στην οποία ο κόσμος αρχίζει και στερείται ακόμα και τα βασικά μέσα επιβίωσης, ενώ οι τιμές των γεωργικών προϊόντων αποτελούν διεθνές χρηματιστηριακό δείκτη, που λειτουργεί επιδεινώνοντας το πρόβλημα.
Η γεωργική παραγωγή σήμερα αιωρείται ανάμεσα στις απαράδεκτα χαμηλές τιμές που εισπράττουν οι αγρότες και τις ανάγκες των καταναλωτών που δε μπορούν να καλυφθούν. Ένα φρένο σε αυτήν την αιώρηση θα μπορούσε να είναι η παρέμβαση της Περιφέρειας δίνοντας ανάσες στους παραγωγούς να προωθήσουν την παραγωγή τους και βοηθώντας τους καταναλωτές να προμηθευτούν τα βασικά είδη διατροφής στο σπίτι τους.
Μια παραγωγή με βάση τις ανάγκες μας θα ήταν η καλύτερη λύση, και η ιχνηλάτηση αυτού του δρόμου έχει ήδη ξεκινήσει μέσα από προσπάθειες ανταλλακτικού εμπορίου. Σε αυτές δεν υπάρχει μεσάζοντες και έμποροι, δεν υπάρχει κέρδος, δεν υπάρχουν φόροι, υπάρχουν μόνο οι ανάγκες και η ανταλλαγή. Δεν γνωρίζω ακόμα αν αυτός θα είναι ο τρόπος που θα πρέπει να επιλέξουμε για το μέλλον, αυτό που βλέπω και νομίζω ότι αρκεί για την ώρα είναι οι ανοικτές καρδιές και η διάθεση για προσφορά αυτών που βρέθηκαν πλάι πλάι σε αυτήν την προσπάθεια. Δεν είναι και μικρό πράγμα αυτή η αισιοδοξία και η δημιουργία, είναι αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα, ώστε να μπορέσουμε αύριο να κάνουμε το επόμενο βήμα για να αλλάξουμε την κοινωνία οργανώνοντας την οικονομία και την παραγωγή σύμφωνα με τις ανάγκες μας.
Μετά από τρεις δεκαετίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις τεράστιες εισροές επιδοτήσεων στον γεωργικό τομέα, η γεωργία της χώρας μας δείχνει να βρίσκεται σε πορεία μεγάλης ύφεσης. Μια ακμαία γεωργική εξαγωγική χώρα όπως ήταν η Ελλάδα της δεκαετίας του 1980, έχει μετατραπεί πλέον σε χώρα που εισάγει τα περισσότερα γεωργικά προϊόντα που καταναλώνει.
Οι επιδοτήσεις και η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντίθετα από αυτό που περίμεναν πολλοί αγρότες, προκάλεσαν αυτήν την κατάσταση. Αυτό συνέβη γιατί η ελληνική γεωργία μπήκε σε ένα διεθνή ανταγωνισμό στον οποίο δεν μπορούσε να επιβιώσει, ενώ ταυτόχρονα αποδέσμευσε τους αγρότες από την παραγωγική διαδικασία και τους μετέτρεψε σε δικαιούχους οικονομικών ενισχύσεων με βάση παραγωγικά στοιχεία του 1999-2001 .
Οι ανεπτυγμένες βόρειες χώρες της Ευρωπαϊκής ένωσης από την αρχή προστάτευσαν τον δικό τους κτηνοτροφικό τομέα και μεγάλωσαν τις επιχειρήσεις τους πουλώντας με την βοήθεια των επιδοτήσεων μηχανήματα, λιπάσματα και γεωργικά φάρμακα στους αγρότες εντός της Ευρωπαϊκής ένωσης. Στην συνέχεια αναζήτησαν νέες αγορές σε Αφρική, Ασία, Ν. Αμερική. Οι συμφωνίες αυτές μαζί με τις εξαγωγές έφεραν και εισαγωγές γεωργικών προϊόντων από τις χώρες αυτές.
Οι Έλληνες αγρότες, εκτός από τα κτηνοτροφικά προϊόντα που εισάγονται από τις χώρες της ΕΕ σε ποσοστό 70%, έπρεπε πλέον να ανταγωνιστούν την πατάτα Αιγύπτου, την τομάτα Τουρκίας, τα λεμόνια από την Αργεντινή κλπ , μιας και εκεί πουλούσαν πλέον οι βιομήχανοι της Ε.Ε. τα τρακτέρ, τα φάρμακα και τα λιπάσματά τους.
Η γεωργική παραγωγή της χώρας μας δεν άντεξε στους κανόνες του ανταγωνισμού που επέβαλε η Ε.Ε., όπως δεν άντεξαν παλιότερα η ΕΣΚΙΜΟ , η ΙΖΟΛΑ και η ΕΛΚΟ τον ανταγωνισμό με την Siemens, την Bosh, την Miele κλπ..
Αυτές τις μέρες, αρχές του 2012, με καθυστέρηση αρκετών χρόνων ξεκινούν τα γεωργοπεριβαλλοντικά προγράμματα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων της περιόδου 2007-2013.
Τα χρήματα πλέον είναι πολύ λίγα και ίσα-ίσα φτάνουν για ένταξη ελάχιστων δικαιούχων στην πενταετία. Για να ενταχθεί κάποιος έχουν τεθεί πλέον εισοδηματικά κριτήρια σε σχέση με την γεωργία, κριτήρια μεγέθους χωραφιών και μεγέθους γεωργικής εκμετάλλευσης. Μέσα στην κρίση η γεωργία αφήνεται χωρίς επιδοτήσεις στον διεθνή ανταγωνισμό
Μια μερίδα νέων ανθρώπων με φόντο την ανέχεια και την ανεργία στα αστικά κέντρα, αρχίζει να ξαναβλέπει με διαφορετικό μάτι την γεωργική παραγωγή. Τα χωράφια και το σπίτι στην επαρχία αρχίζουν να φαίνονται σαν καλύτερη προοπτική από την κατάσταση που επικρατεί στις πόλεις. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια νέοι άνθρωποι μορφωμένοι ξαναγυρίζουν στην γεωργία. Ποιος θα ήταν άραγε ο καλύτερος τρόπος για να προχωρήσουν;
Τα γεωργοπεριβαλλοντικά προγράμματα αυτής της περιόδου από μόνα τους δεν φτάνουν, χρειάζεται η επιπλέον ενίσχυση της πολιτείας.
Χρειάζεται η Περιφέρεια να προσφέρει σε υπηρεσίες, στην πιστοποίηση και τις χημικές αναλύσεις, μειώνοντας τα έξοδα για τους βιοκαλλιεργητές και στηρίζοντας την εμπορία των προϊόντων.
Η βιολογική κτηνοτροφία δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς την διάθεση του προϊόντος. Με τις σημερινές συνθήκες απαιτείται τεμαχισμός και μικροσυσκευασία στο βιολογικό κρέας μιας και υπάρχουν ελάχιστα βιολογικά κρεοπωλεία για να πουληθεί αυτό ασυσκεύαστο. Δεν υπάρχουν όμως οι υποδομές αυτές και έτσι καταλήγει να πουλιέται από τον παραγωγό στον έμπορο σαν συμβατικό προϊόν, χωρίς να δίνεται η δυνατότητα να εξασφαλιστεί ούτε η τιμή ούτε η διάθεση του προϊόντος. Χωρίς την λειτουργία σύγχρονων δημόσιων σφαγείων και καθετοποιημένων μονάδων και αυτός ο κλάδος θα χαθεί όταν τελειώσουν οι χρηματοδοτήσεις.
Με τον ίδιο τρόπο όταν τελειώσει το πρόγραμμα προστασίας από την νιτρορύπανση, θα σταματήσει η αμειψισπορά και οι παραγωγοί θα κατευθυνθούν στους τρόπους καλλιέργειας που θα απαιτεί τότε η αγορά.
Επίσης η προστασία του Παραδοσιακού Ελαιώνα της Άμφισσας δεν θα μπορέσει να συνεχιστεί χωρίς να γίνουν επισκέψιμες τουριστικές διαδρομές στον Ελαιώνα και χωρίς πώληση εκεί των ποιοτικών προϊόντων. Με τον ίδιο τρόπο το αλογάκι της Σκύρου, και τα άλογα της Πίνδου δεν αρκεί να επιδοτηθούν για ακόμα δύο χρόνια, χρειάζεται να δεθούν με την πολιτισμική και τουριστική ανάπτυξη της περιοχής γιατί αν αυτό δεν γίνει, όταν τελειώσουν τα προγράμματα, θα τελειώσουν και αυτά τα ζώα.
Ζούμε σε μία περίοδο στην οποία ο κόσμος αρχίζει και στερείται ακόμα και τα βασικά μέσα επιβίωσης, ενώ οι τιμές των γεωργικών προϊόντων αποτελούν διεθνές χρηματιστηριακό δείκτη, που λειτουργεί επιδεινώνοντας το πρόβλημα.
Η γεωργική παραγωγή σήμερα αιωρείται ανάμεσα στις απαράδεκτα χαμηλές τιμές που εισπράττουν οι αγρότες και τις ανάγκες των καταναλωτών που δε μπορούν να καλυφθούν. Ένα φρένο σε αυτήν την αιώρηση θα μπορούσε να είναι η παρέμβαση της Περιφέρειας δίνοντας ανάσες στους παραγωγούς να προωθήσουν την παραγωγή τους και βοηθώντας τους καταναλωτές να προμηθευτούν τα βασικά είδη διατροφής στο σπίτι τους.
Μια παραγωγή με βάση τις ανάγκες μας θα ήταν η καλύτερη λύση, και η ιχνηλάτηση αυτού του δρόμου έχει ήδη ξεκινήσει μέσα από προσπάθειες ανταλλακτικού εμπορίου. Σε αυτές δεν υπάρχει μεσάζοντες και έμποροι, δεν υπάρχει κέρδος, δεν υπάρχουν φόροι, υπάρχουν μόνο οι ανάγκες και η ανταλλαγή. Δεν γνωρίζω ακόμα αν αυτός θα είναι ο τρόπος που θα πρέπει να επιλέξουμε για το μέλλον, αυτό που βλέπω και νομίζω ότι αρκεί για την ώρα είναι οι ανοικτές καρδιές και η διάθεση για προσφορά αυτών που βρέθηκαν πλάι πλάι σε αυτήν την προσπάθεια. Δεν είναι και μικρό πράγμα αυτή η αισιοδοξία και η δημιουργία, είναι αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα, ώστε να μπορέσουμε αύριο να κάνουμε το επόμενο βήμα για να αλλάξουμε την κοινωνία οργανώνοντας την οικονομία και την παραγωγή σύμφωνα με τις ανάγκες μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου