Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011

Αξιοβίωτη ανάπτυξη ή αβίωτη υπανάπτυξη για τη Στερεά Ελλάδα;

της Δέσποινας Σπανούδη (αναδημοσίευση από Πλατεία)

Στις αρχές του Φλεβάρη του 2011, ο Υπουργός Ανάπτυξης κ. Μ. Χρυσοχοϊδης και ο περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας κάλεσαν αιφνιδίως δημάρχους, περιφερειακούς συμβούλους και βουλευτές σε συνάντηση στη Λαμία με τον ηχηρό τίτλο «Ολοκληρωμένη στρατηγική περιφερειακής ανάπτυξης Στερεάς». Αν και ο ακριβής στόχος της συνάθροισης παρέμεινε ασαφής, ωστόσο ο Υπουργός ήταν κατηγορηματικός: το μοντέλο που ακολουθείται έχει εκπνεύσει εδώ και δεκαετίες, και θα αλλάξει εκ βάθρων. Η άποψη αυτή έγινε γενικώς αποδεκτή και επαναλήφθηκε πολλές φορές από τους άλλους συνομιλητές. Είναι όμως φανερό ότι δεν είχαμε όλοι την ίδια άποψη για τα αρνητικά χαρακτηριστικά του παρόντος και τα επιθυμητά του μέλλοντος.

Η Στερεά Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με εκρηκτικά προβλήματα φτώχειας, ανεργίας και περιβαλλοντικής υποβάθμισης που επιδεινώνει ακόμη περισσότερο τα δύο πρώτα. Για παράδειγμα ο αγροτικός τομέας όχι μόνο συρρικνώνεται αλλά και τα προϊόντα γίνονται ανεπιθύμητα λόγω της ρύπανσης σε περιοχές της Βοιωτίας και της Εύβοιας. Και βέβαια οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις συγκεντρώνονται σε ολοένα και λιγότερα χέρια. Όπως και σε πολλές περιφέρειες της Ελλάδας, οι αγροτικές και ορεινές περιοχές εγκαταλείπονται. Ο πληθυσμός συγκεντρώνεται στις μεγαλύτερες πόλεις της περιφέρειας, χωρίς σχεδιασμό, χωρίς τις αναγκαίες υποδομές, υπηρεσίες, κοινωνικές παροχές, πράσινο και ελεύθερους χώρους. Πανεπιστήμια και των ΤΕΙ στημένα πρόχειρα σε όλους τους νομούς της Στερεάς προκειμένου να εξυπηρετήσουν τις υποσχέσεις τοπικών πολιτευτών, μαραζώνουν χωρίς να συνδέονται με την τοπική κοινωνία και τα προβλήματά της. Όσο για την δημόσια υγεία είναι κυριολεκτικά υπό διάλυση.

Ποιο είναι λοιπόν το περίφημο «μοντέλο ανάπτυξης» που υφίσταται εδώ και δεκαετίες η Στερεά;

Ένα βασικό χαρακτηριστικό του «μοντέλου» είναι η ληστρική εκμετάλλευση φυσικών πόρων και ανθρώπινου δυναμικού σε όφελος μεγάλων κυρίως εταιρειών και σε βάρος των τοπικών κοινωνιών και του περιβάλλοντος.

Ενδεικτικό παράδειγμα είναι ο ορυκτός πλούτος στη Φωκίδα, την κεντρική Εύβοια αλλά και την Φθιώτιδα και την Βοιωτία. Τα μεταλλευτικά δικαιώματα που έχουν παραχωρηθεί σε εταιρείες χωρίς να είναι γνωστά ούτε καν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, αφορούν το μεγαλύτερο μέρος της Γκιώνας, μεγάλο μέρος του Παρνασσού, της Οίτης, του Ελικώνα, το μεγαλύτερο μέρος της ορεινής κεντρικής Εύβοιας. Χαρακτηριστικό είναι ότι η επαπειλούμενη ιδιωτικοποίηση της ΛΑΡΚΟ, συνδέεται όχι τόσο με την ίδια την πεπαλαιωμένη εγκατάσταση, όσο με τα μεταλλευτικά της δικαιώματα σε μεγάλο μέρος της Εύβοιας. Η χωρίς όριο και κανόνες υπερεκμετάλλευση εδώ και δεκαετίες έχει προκαλέσει ασύλληπτες καταστροφές στα δάση και τα νερά. Μια νέα κατάληψη των ορεινών όγκων επιχειρείται με την αθρόα αδειοδότηση αιολικών πάρκων. Ιδιώτες καταλαμβάνουν τεράστιες δημόσιες δασικές εκτάσεις και στην συνέχεια μεταπωλούν τις άδειές τους σε μεγαλύτερες ενεργειακές εταιρείες. Ταυτόχρονα οι ίδιες εταιρείες – συνήθως συμπράξεις ευρωπαϊκών πολυεθνικών με εγχώριους ομίλους- στήνουν διάσπαρτα και ανεξέλεγκτα μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Μεγάλο μέρος της Στερεάς Ελλάδας με αιχμή τη Βοιωτία, μετατρέπεται σε νέο ενεργειακό κέντρο της χώρας. Εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής, υδροηλεκτρικά, μονάδες ενεργειακής αξιοποίησης αποβλήτων, αδειοδοτούνται και ξεφυτρώνουν, με κύριο δέλεαρ τις υψηλές τιμές που ήδη καλούμαστε να πληρώσουμε στα τιμολόγια της ΔΕΗ και που θα συνεχίσουν να αυξάνονται.

Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό προκύπτει από τη γειτνίαση με το λεκανοπέδιο της Αττικής: ενώ φυσικοί πόροι όπως το νερό, μεταφέρονται για την υδροδότηση της Αθήνας, ταυτόχρονα οι όμορες περιοχές χρησιμοποιούνται ως χώροι υποδοχής ανεπιθύμητων δραστηριοτήτων όπως τα σκουπίδια, η ενέργεια και άλλες ρυπογόνες βιομηχανίες. Σε πολλές περιοχές δρουν τεράστιοι επενδυτικοί όμιλοι που αντιμετωπίζουν τις περιοχές μας ως φέουδα. Σχεδόν όλοι οι τοπικοί παράγοντες (αυτοδιοίκηση, συνδικαλιστές, επιμελητήρια, σύλλογοι, βουλευτές κλπ) εμπλέκονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Σχεδόν όλη η πολιτειακή ιεραρχία και οι μηχανισμοί χρησιμοποιούνται προκειμένου να εξυπηρετηθούν.

Η χωρίς όρους και κανόνες λειτουργία εκατοντάδων βιομηχανιών στο τρίγωνο Θήβας -Οινοφύτων/ Σχηματαρίου – Χαλκίδας και κατά μήκος της ΠΑΘΕ έχει προκαλέσει μια ανυπολόγιστη υποβάθμιση. Τα περιβαλλοντικά προβλήματα εμφανίζουν ιδιαίτερη όξυνση, συνδέονται άμεσα με επιπτώσεις στην υγεία και τις τοπικές οικονομικές δραστηριότητες όπως την γεωργία, την αλιεία, την αναψυχή και ως αποτέλεσμα προκαλούν δυναμικές αντιδράσεις. Ο Ευβοϊκός, ο Κορινθιακός και ο Μαλιακός νεκρώνονται λόγω βιομηχανικών και αστικών αποβλήτων. Μόνο από τη ΛΑΡΚΟ και το Αλουμίνιο, καταλήγουν στις θάλασσες εκατοντάδες χιλιάδες τόνοι βιομηχανικών αποβλήτων ετησίως. Τα νερά του Ασωπού, του Σπερχειού και του Κηφισού, όπως και τα υπόγεια νερά σε πολλές περιοχές έχουν γίνει ακατάλληλα για κάθε χρήση. Η ανεξέλεγκτη διάθεση των αστικών και βιομηχανικών στερεών αποβλήτων, επιβαρύνεται από την αδυναμία ορθολογικής διαχείρισης. Μόνο τέσσερις στοιχειωδώς οργανωμένοι χώροι ταφής απορριμμάτων λειτουργούν σε όλη τη Στερεά (Θήβα, Λιβαδειά, Δομοκό, Β. Εύβοια), ενώ η ανακύκλωση εμφανίζει ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά.

Απέναντι σε όλα τα παραπάνω τι προτείνει το «νέο μοντέλο ανάπτυξης»;

Περισσότερη «απελευθέρωση» ενέργειας, μεγαλύτερη συρρίκνωση των αγροτών, πιο εντατική (και ανεξέλεγκτη) εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου από τους μεγάλους ομίλους της χώρας, ιδιωτικές μονάδες διαχείρισης και καύσης αστικών και βιομηχανικών αποβλήτων, παρακμή της δημόσιας υγείας και παιδείας. Τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας (τρένο και ΚΤΕΛ) υποβαθμίζονται, οι δημόσιοι δρόμοι γίνονται αδιάβατοι για τους πολλούς λόγω ληστρικών διοδίων προς δόξαν της κερδοσκοπίας των εθνικών εργολάβων. Όσο για τον έλεγχο της βιομηχανικής ρύπανσης, την προστασία του φυσικού πλούτου, τον σχεδιασμό και την τήρηση όρων και κανόνων για την χωροταξική οργάνωση, αυτά παραμένουν χλωμές διακηρύξεις αν δεν διαγράφονται από το «νέο αναπτυξιακό μοντέλο».

Από την άλλη πλευρά, ο Καλλικράτης στην αυτοδιοίκηση, διαμορφώνει δημοτικές και περιφερειακές αρχές που λογοδοτούν πολύ λιγότερο στους πολίτες και ελέγχονται πολύ ευκολότερα από ισχυρά κέντρα αποφάσεων. Οι δήμοι και οι περιφέρειες στους οποίους μεταφέρονται πολλές από τις υποχρεώσεις της πολιτείας, ενώ οι πόροι μειώνονται κατακόρυφα, βρίσκονται αντιμέτωποι με δύο επιλογές: την μείωση του ήδη ισχνού κοινωνικού κράτους και την μεταφορά του κόστους των υπηρεσιών στους πολίτες και παράλληλα την μεταφορά κρίσιμων υπηρεσιών, δημόσιων χώρων και αγαθών σε εταιρείες.

Το ερώτημα λοιπόν σήμερα είναι: Μπορούμε να αλλάξουμε πορεία; Μπορούμε εν μέσω κρίσης να στραφούμε σε μια αξιοβίωτη ανάπτυξη για μας και τα παιδιά μας με δικαίωμα όλων στην εργασία, τον πολιτισμό, την εκπαίδευση και την υγεία και με προϋπόθεση την προστασία του περιβάλλοντος, τον κοινωνικό σχεδιασμό και έλεγχο στα δημόσια αγαθά;

Αυτό το μοντέλο απαιτεί ένα συνολικό αναπροσανατολισμό. Απαιτεί ενίσχυση των συλλογικών προσπαθειών μέσα από την στήριξη συνεταιρισμών, ομάδων, συμπράξεων και δικτύων για τους αγρότες, τους ελεύθερους επαγγελματίες, τις μικρές επιχειρήσεις, δημόσιες δαπάνες στοχευμένες σε νέες θέσεις εργασίας και σε υποδομές με κοινωνικό όφελος. Αλλά δεν είναι δυστυχώς επιλογή της κυβέρνησης, ούτε αυτών που τους καθοδηγούν.

Η ενεργοποίηση των πολιτών που θέλουν να πάρουν τις τύχες τους στα χέρια τους, είτε αντιστεκόμενοι σε όσα τους θίγουν, είτε διεκδικώντας καλύτερες συνθήκες, είτε δημιουργώντας δίκτυα αλληλεγγύης και συνεργασίας, είναι η μόνη απάντηση. Απάντηση απέναντι στο ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου και στην υπανάπτυξη στην οποία μας βυθίζουν ώστε να αντιστρέψουμε την κρίση και να διεκδικήσουμε μια ελπίδα για το μέλλον.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου